- Μπορούμε να ορίσουμε δικές μας συναρτήσεις με τον εξής τρόπο:
προσδιοριστές τύπος αποτελέσματος
όνομα συνάρτησης(δηλώσεις παραμέτρων)
{
δηλώσεις τοπικών μεταβλητών;
εντολές;
return (τιμή);
}
- Οι παράμετροι της συνάρτησης είναι μια σειρά από τύπους και ονόματα
μεταβλητών χωρισμένα με κόμμα.
- Όταν καλείται μια συνάρτηση οι μεταβλητές που ορίστηκαν ως παράμετροι
παίρνουν τις τιμές που δόθηκαν στο όρισμα κατά την κλήση.
- Η εντολή return μπορεί να εμφανιστεί σε οποιοδήποτε σημείο της συνάρτησης.
Στο σημείο εκείνο σταματά η εκτέλεση της συνάρτηση και ο
έλεγχος ροής (control flow) του προγράμματος
συνεχίζει από το σημείο που κλήθηκε η συνάρτηση.
Η τιμή που ακολουθεί την return είναι η τιμή που επιστρέφει η συνάρτηση.
- Παράδειγμα:
/*
* Return x squared
*/
static double
sqr(double x)
{
return (x * x);
}
- Αν η συνάρτηση δεν επιστρέφει κάποια τιμή, τότε ορίζουμε τον
τύπο της ως void.
- Αν η συνάρτηση δε δέχεται παραμέτρους τότε δεν ορίζουμε καμία παράμετρο.
- Παράδειγμα:
static void
print_hello()
{
BIO.println("Hello, world");
}
- Οι συναρτήσεις μπορούν να οριστούν με οποιαδήποτε σειρά μέσα στην κλάση.